- ἐπισφαλῶς
- ἐπισφαλήςprone to falladverbial (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επικίνδυνος — η, ο (Α ἐπικίνδυνος, ον) [κίνδυνος] 1. αυτός που συνεπάγεται κίνδυνο («επικίνδυνο τόλμημα, εγχείρημα») 2. αυτός που μπορεί να προκαλέσει κακά αποτελέσματα («ἐπικίνδυνον ἔριν ἐξέφυγεν», Πλάτ.) 3. αυτός που απειλεί τη ζωή ατόμου ή ομάδας ατόμων… … Dictionary of Greek
Isthmian Games — The Isthmian Games or Isthmia (ancient Greek Ἴσθμια) were one of the Panhellenic Games of Ancient Greece, and were named after the isthmus of Corinth, where they were held. As with the Nemean Games, the Isthmian Games were held both the year… … Wikipedia
погрѣшати — ПОГРѢША|ТИ (7*), Ю, ѤТЬ гл. Заблуждаться, отклоняться от чегол.; совершать ошибку: помыслъ добрааго изволѥни˫а погрѣша˫а въ вещи доброѡмѹ быти размышл˫аѥть. (ἁμαρτονων) КЕ XII, 243б; помыслъ бо. добраго сѹда || погрѣшаѥть. КР 1284, 204–205;… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
επισφαλής — ές (Α ἐπισφαλής) 1. αυτός που κινδυνεύει να πέσει, που υπόκειται σε πτώση, αβέβαιος, ασταθής (α. «η θέση τής κυβέρνησης είναι επισφαλής» β. «τὰ μεγάλα πάντ’ ἐπισφαλῆ», Πλάτ.) 2. (για κτίσματα) σαθρός, ετοιμόρροπος αρχ. 1. αυτός που ενέχει… … Dictionary of Greek
ԽՈՏԱՆ — (ի, կամ աց.) NBH 1 0969 Chronological Sequence: Early classical, 8c, 10c, 12c ա. (որպէս թէ իբրու խոտ անպիտան համարելի.) ἁπόβλητος rejectaneus ἁπόβλημα reliquum ἁποδεδοκιμασμένος reprobus φαῦλος pravus σαπρός malus. Խոտելի. Ընկեցիկ. անարգ. յոռի.… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)